Τρίτη 24 Μαρτίου 2009

Όταν η αλληλεγγύη προσκρούει στην ελευθερία ...

Αλληλεγγύη στους μετανάστες, έλεγε η αφίσα. Πραγματικά ένα ωραίο σύνθημα, γεμάτο ουσία, αλήθεια και αγάπη.

Πάντα ένιωθα συμπόνια – όχι οίκτο παρακαλώ – για τους λιγότερο τυχερούς συνανθρώπους μου, που μια κακή μοίρα και η προαιώνια κοινωνική ανισότητα είχαν εξανδραποδίσει στην Ελλάδα. Διότι μικρή μειονότητα εξ αυτών είχαν έλθει οδηγούμενοι από τυχοδιωκτισμό. Σαφώς η ανάγκη ήταν η κινητήρια δύναμη για τους περισσότερους. Χωρίς μεγάλες προοπτικές, με δυσβάσταχτες συνθήκες διαβίωσης, εισπράττοντας πολλές φορές την σκληρότητα και την απαξίωση από εργοδότες και συμπολίτες. Άνθρωποι «νόμιμα-παράνομοι» (όσο οξύμωρο κι αν ηχεί αυτό) που εμφανίσθηκαν την κατάλληλη χρονική στιγμή προσφέροντας φθηνά εργατικά χέρια σε μια Ελλάδα που πάσχιζε να ολοκληρώσει τα μεγάλα δημόσια έργα. Σήμερα εντούτοις, πάρα πολλοί εξ αυτών των εισαγόμενων δουλευτών, λέξη που σκοπίμως χρησιμοποιώ, είναι άνεργοι. Οι περισσότεροι τυπικοί και αξιοπρεπείς. Κάποιοι πραγματικά σε προβληματική κατάσταση.

Ναι, πάντα το βλέμμα μου ήταν φορτισμένο θετικά έναντι των μεταναστών. Γιατί όμως τον τελευταίο καιρό αρχίζει να συσσωρεύεται μέσα μου ένα αρνητικό συναίσθημα, που θα ονομάσω απλά απαρέσκεια, και που αδυνατώ να ελέγξω? Είναι θα έλεγα μια αυξανόμενη ταραχή, μια αίσθηση πως ζω «αιχμάλωτη» στην πατρίδα μου, αιχμάλωτη των αναγκών ορισμένων ανθρώπων που η ζωή έφερε να ζουν δίπλα μου. Και που δυστυχώς οι ανάγκες αυτές τείνουν να ταράζουν τα θεμέλια της δικής μου ελευθερίας.

Περιστατικό πρώτο: Βράδυ, σε πολυκατοικία της Πατησίων, κοντά σε πανάκριβα καταστήματα. Ο διαχειριστής τυχαία ανακαλύπτει έναν άστεγο που έχει κάνει κατάληψη σε έναν διάδρομο του υπογείου. Έχοντας μεταφέρει (ένας Θεός γνωρίζει πως χωρίς να γίνει αντιληπτός) ολόκληρο στρώμα, μαξιλάρια και κουβέρτες, κείτεται εκεί στη μέση του διαδρόμου ακίνητος. Στην αρχή ο διαχειριστής νομίζει πως είναι νεκρός. Καλεί την Άμεση Δράση. Τελικά, ο λαθρο-ένοικος, ένας ατυχής ρουμάνος, είναι ζωντανός και απομακρύνεται από τους αστυνομικούς .... Βγάζοντας το στρώμα εκτός πολυκατοικίας, ο διαχειριστής και ηθικός αυτουργός της «έξωσης» ανακαλύπτει ένα μπουφάν, μερικά τρόφιμα, ένα πακέτο τσιγάρα, ένα μισογεμάτο καραφάκι ούζου. Μια σπαρακτική εικόνα... Ο απόηχος της κίνησης του κατά βάθος τον ταράζει και τον γεμίζει ένοχες. Μα πως θα μπορούσε να δράσει αλλιώς?
«Μπορείτε να έλθετε στο Τμήμα για να καταθέσετε μήνυση» τον πληροφορεί ο αστυνομικός. Μήνυση σε ποιόν? Ποιος θα μπορούσε να μηνύσει τη δυστυχία?

Περιστατικό δεύτερο: Σε κάθε φανάρι μια ιδιαίτερη υποδοχή απαρτιζόμενη από μελαψούς μικροκαμωμένους καθαριστές τζαμιών. Οι περισσότεροι ευγενικοί, δέχονται το «μην καθαρίσεις» με συγκατάβαση και ίσως ένα χαμόγελο. Άλλοι πάλι, ετσιθελικά, ακουμπάνε το γεμάτο βρώμικη σαπουνάδα μάκτρο πάνω στο παρμπρίζ κάθε διερχόμενου αυτοκίνητου. Ειδικά αν στο τιμόνι κάθεται γυναίκα, η επίμονη τους είναι εξοργιστική. Και οι σαπουνάδες τρέχουν στο πλάι του οχήματος, αφήνοντας ένα ρυπαρό αυλάκι σε όλο το μήκος της λαμαρίνας....
Πάλι Πατήσια, στο φανάρι της Σαρανταπόρου, ένα επιβατικό οδηγούμενο από μια κυρία σταματά. Ο «καθαριστής-υπηρεσίας» (sic) ορμά στο πίσω παρμπρίζ και το πασαλείβει απ’ άκρου εις άκρον με σαπουνάδα, πριν η οδηγός προλάβει να αντιδράσει. Κάνει δε αυτή το λάθος να προχωρήσει το αυτοκίνητο μισό μέτρο μπροστά, κίνηση που ο καθαριστής εκλαμβάνει σαν απόρριψη των υπηρεσιών του. Σαν αντίδραση, παρατά το τζάμι όπως είναι (ήτοι ορατότης μηδέν λόγω σαπουνόνερων), και προωθείται σε άλλο αυτοκίνητο. Σημαντική λεπτομέρεια: το αυτοκίνητο δεν διαθέτει πίσω υαλοκαθαριστήρες που θα ήταν μια κάποια λύση.... Η οδηγός βγαίνει εκνευρισμένη από το αυτοκίνητό της και φωνάζει τον καθαριστή να απαλλάξει το τζάμι από τη σαπουνάδα, πράγμα που μισοτρομαγμένος αυτός κάνει. Γρήγορα όμως το θράσος του επανακάμπτει και πάει να ζητήσει το ... κατιτίς του για τον κόπο του. Η οδηγός φυσικά αρνείται. Ο καθαριστής δείχνει να το αποδέχεται, μα δευτερόλεπτα πριν ανάψει το πράσινο φανάρι, το μάκτρο του προσγειώνεται με ορμή στο μπροστινό παρμπρίζ και το κάνει χάλια ...

Περιστατικό τρίτο: Σε σχολή χορού εγγράφεται μεσούσης της σχολικής χρονιάς μια καθ’ όλα συμπαθέστατη 15χρονη Αλβανιδούλα. Συνεσταλμένη και εργατική, γίνεται αποδεκτή από τις υπόλοιπες μαθήτριες του τμήματός της. Οι δασκάλες της την ενθαρρύνουν και την βοηθούν να ενταχθεί στο τμήμα. Η μικρή εντούτοις σύντομα ξεθαρρεύει, και αρχίζει να ζητά αυτοπροβολή εις βάρος των συμμαθητριών της, γεγονός που δημιουργεί εντάσεις. Μοιραία δεν αργεί να προκύψει ένας «παιδικός» καβγάς, όπως παντού στον κόσμο και σε κάθε εποχή. Κανείς εκ των Ελλήνων γονέων δεν δίνει σημασία καθώς το όλο ζήτημα εκλαμβάνεται σαν πταίσμα. Το πιθανότερο – σκέπτονται – τα κορίτσια να ρυθμίσουν τις διχογνωμίες τους τάχιστα. Όμως η Αλβανίδα μαμά έχει άλλη άποψη. Καταφθάνει στο επόμενο μάθημα χορού με μερικούς δικούς της, δίνει στο θέμα ρατσιστική χροιά κι αρχίζει να απειλεί για άσκηση σωματικής βίας πάνω στα κοριτσάκια που συμμετείχαν στο καβγά με την κόρη της, εντός και εκτός σχολής. Η μικρή Αλβανίδα, μάλιστα, ορμά ανεπιτυχώς και υπό την κάλυψη της μητέρας της να χτυπήσει μια συμμαθήτριά της.
Οι Έλληνες γονείς θορυβούνται, αλλά θεωρούν και πάλι ότι η πιο φρόνιμη αντιμετώπιση είναι να αφήσουν το θέμα να ξεθυμάνει από μόνο του.
Η μικρή Αλβανίδα, ξεθαρρεμένη από την παθητική στάση των Ελλήνων, γίνεται όλο και περισσότερο προκλητική. «Ξύνει» τα νύχια της για καβγά, επαναλαμβάνοντας συνεχώς ότι οι Αλβανοί λύνουν τις διαφορες τους με ξύλο. Αναφέρει δε συχνά ότι προ καιρού κτύπησε στο προαύλιο του σχολείου της μια μαθήτρια υπό το αδιάφορο βλέμμα του Λυκειάρχη, άνευ κυρώσεων.
Η νέα σπίθα δεν αργεί να πυροδοτηθεί. Δυο βδομάδες μετά το πρώτο συμβάν, ξεσπά νέα διένεξη κι η Αλβανιδούλα ορμά και χτυπά ενα κοριτσάκι από τη Σχολή εν ώρα μαθήματος.
Η λύση δίνεται από την διευθύντρια της Σχολής: η μικρή «ζορικη» αποβάλλεται αφού της επιστρέφονται τα δίδακτρα.
Το πιο δυσάρεστο σε αυτήν την ιστορία, που τη διαχωρίζει από τις δύο προηγούμενες, είναι ότι αφορά σε μικρά παιδιά που θεωρητικά θα έπρεπε να ξεκινούν τη ζωή τους ανεπηρέαστα και «καθαρά».

4 σχόλια:

  1. ...δυστυχώς το κοινωνικό πρόβλημα περιγράφετε
    μ`αυτές τις λέξεις "...υπό το αδιάφορο βλέμμα του Λυκειάρχη...", ...Αδιαφορία!
    Μένω σε ξένη χώρα και έχω γινει με κάτι τέτοια
    κι`εγώ "ρατσιστής" με μετανάστες που ΔΕΝ σέβοντε τίποτα...ούτε καν τον εαυτό τους!
    Σε όποιον δεν αρέσει ο τρόπος ζωής της χώρας που
    τον φιλοξενεί, ας γυρίσει στην δική του τάχηστα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Και πόσο άγρια σε κοιτούν , αν τολμήσεις να πείς κάτι !
    Εχτές σε πεζοδρομο στην Αγ Μάρκου , υποχρέωσα αυτοκίνητο να αποχωρήσει με την όπισθέν και να κάνει τον κύκλο για να πάει οπου ήθελε. Οταν βγήκε στην οδό Κολοκοτρώνη , άνοιξε το παράθυρο και μου λέει " εγκώ εν ξέρω ελληνικός, δεν καταλαβαινεις "
    -στην πατρίδα σου να πας , που οδηγούν στον πεζόδρομο , αφού εδώ εν καταλαβαίνει ελληνικός , του απάντησα !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Καλη μου κυρία, δεν μου είχατε δώσει να καταλάβω αυτή την λογοτεχνική - δημοσιογραφική πλευρά σας.... Είστε θεά!!!! Αλλά γράψτε και τπτ άλλο σύντομα!!!! Περιμένω με ανυπομονησία!!

    Φιλάκια πολλά,
    το μικρό βακτηριάκι!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Καλημέρα Fytaki. Ένα σχολιό στα "λιβάδια της Οίτης" με οδήγησε στο ιστολόγιο σου και απο σήμερα θα είμαι αναγνώστης σου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή